Παιδοοφθαλμολογία

Παιδοοφθαλμολογία

Παιδοοφθαλμολογία

Η παιδοοφθαλμολογία αντιμετωπίζει τα οφθαλμολογικά προβλήματα των νεογνών, βρεφών και παιδιών. Όταν τα μάτια των παιδιών εμφανίζουν μικρά ή πιο σύνθετα προβλήματα, χρειάζονται άμεση εξέταση από έναν έμπειρο οφθαλμίατρο.

Σκοπός είναι η αξιολόγηση των νοσημάτων που διαφοροποιούνται από τα αντίστοιχα των ενηλίκων. Απαιτείται ειδική μέριμνα για τον καθορισμό του είδους της πάθησης, την εξέλιξη της, τον τρόπο διάγνωσης, την παρακολούθηση όσο και στην αντιμετώπισή της.

Προληπτικά μέτρα

Στα παιδιά η όραση αναπτύσσεται σταδιακά. Ξεκινά με την γέννηση και ολοκληρώνεται γύρω στο 8ο-9ο έτος της ζωής τους. Ο προληπτικός οφθαλμολογικός έλεγχος από τους πρώτους ακόμη μήνες της ζωής ενός παιδιού είναι ιδιαίτερα σημαντικός.

Θα πρέπει κατά την ανάπτυξη της όρασης, τα μάτια ενός παιδιού να λειτουργούν σωστά, δηλαδή να δέχονται καθαρά τα οπτικά ερεθίσματα ώστε να αναπτύξουν πλήρως την διόφθαλμη και την στερεοσκοπική όραση τους.

Τα παιδιά και κυρίως τα νεογνά, δεν μπορούν να αντιληφθούν και κατά συνέπεια να εκφράσουν κάποιο πιθανό πρόβλημα. Δεδομένου ότι πολλά σοβαρά οφθαλμολογικά προβλήματα δεν παρουσιάζουν συμπτώματα, ο μόνος τρόπος εξακρίβωσης της οφθαλμολογικής υγείας ενός παιδιού είναι ο προληπτικός έλεγχος.

Σε ποια ηλικία πρέπει να ξεκινούν οι οφθαλμολογικές εξετάσεις;

Σε περίπτωση που οι γονείς ή ο παιδίατρος αντιληφθούν ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα (δάκρυσμα των ματιών, στραβισμός, νυσταγμός κ.α.) κατά τις πρώτες ημέρες της ζωής του παιδιού, η επίσκεψη στον οφθαλμίατρο θα πρέπει να γίνεται άμεσα.

Η πρώτη τυπική οφθαλμολογική εξέταση συστήνουν οι ειδικοί να γίνεται από τους πρώτους έξι μήνες ζωής ενός βρέφους μέχρι και την ηλικία του ενός έτους. Στη συνέχεια ακολουθεί ο δεύτερος έλεγχος στην ηλικία των 3 χρόνων, έπειτα ο τρίτος στην ηλικία των 5 χρόνων. Η επομένη εξέταση γίνεται πλέον στην ηλικία των 7-10 χρονών.
Για τα παιδιά της σχολικής ηλικίας προτείνεται ένας τυπικός έλεγχος κάθε δύο με τρία χρόνια, ενώ όσα φορούν ή χρειάζονται γυαλιά θα πρέπει να εξετάζονται μια φορά το χρόνο ανάλογα πάντα με τις οδηγίες του οφθαλμιάτρου.

Ποιες είναι οι διαθλαστικές ανωμαλίες που μπορεί να παρουσιαστούν σε ένα παιδί;

Οι διαθλαστικές ανωμαλίες που αφορούν την παιδική ηλικία περιλαμβάνουν τη μυωπία, την υπερμετρωπία, τον αστιγματισμό.

-Μυωπία

Η μυωπία είναι η συχνότερη διαθλαστική ανωμαλία. Σε αυτήν το παιδί, ενώ μπορεί να δει καθαρά τα αντικείμενα που βρίσκονται κοντά του, δεν μπορεί να διακρίνει αυτά που βρίσκονται μακριά.

Υπάρχουν δύο τύποι μυωπίας:

  • η διαθλαστική μυωπία , δηλαδή ο κερατοειδής και ο φακός έχουν μεγαλύτερη ισχύ από την απαιτούμενη

  • η αξονική μυωπία δηλαδή η προσθοπίσθια διάμετρος του βολβού του ματιού είναι πιο μεγάλη

Η κληρονομικότητα μπορεί να θεωρηθεί ότι συμβάλλει μέχρι κάποιο βαθμό σε αυτό το διαθλαστικό πρόβλημα. Συνήθως οι λόγοι που προκαλούν μυωπία αφορούν τη κατασκευή του ματιού. Η μυωπία μπορεί να εμφανιστεί απο την ηλικία των 2-3 ετών μέχρι και 16 ετών. Λόγω της αύξησης του μεγέθους του ματιού όσο μεγαλώνει το παιδί, η μυωπία ενδεχομένως να αυξάνεται και αυτή. Μετά το τέλος της εφηβείας, με την ολοκλήρωση της ανάπτυξη του σώματος, η μυωπία σταματά συνήθως να ανεβαίνει.

-Υπερμετρωπία

Στην υπερμετρωπία το μακρινό αντικειμένο, δεν εστιάζεται πάνω στον αμφιβληστροειδή, ώστε να έχει το παιδί καθαρή εικόνα, αλλά πίσω από αυτόν. Αυτό συμβαίνει είτε γιατί δεν υπάρχει επαρκής ισχύ στο σύστημα των διαθλαστικών μέσων του ματιού, είτε γιατί η προσθιοπίσθια διάμετρος του βολβού του ματιού είναι πιο μικρή.

Στα νεογνά και τα παιδιά η υπερμετρωπία θεωρείται φυσιολογική ή έστω αναμενόμενη διότι ο προσθιοπίσθιος άξονας του ματιού είναι ούτως ή άλλως μικρός. Όσο το παιδί μεγαλώνει παρατηρείται μείωση του προβλήματος. Γενικά η υπερμετρωπία μπορεί να αυξάνεται μέχρι τον 6ο ή 7ο χρόνο της ζωής του παιδιού, αλλά από έπειτα μειώνεται συνεχώς, μέχρι το τέλος της εφηβείας όπου και ολοκληρώνεται η ανάπτυξη του παιδιού.

Αστιγματισμός

O αστιγματισμός είναι η κατάσταση κατά την οποία το αντικείμενο που βρίσκεται μπροστά στο παιδί δεν είναι ομοιόμορφα εστιασμένο. Συνήθως οφείλεται στο ότι η καμπυλότητα του κερατοειδή δεν είναι ίδια σε όλους του τους άξονες. Ο αστιγματισμός μπορεί να συνυπάρχει με μυωπία ή υπερμετρωπία. Δεν παρουσιάζει σημαντικές μεταβολές κατά τη διάρκεια της ζωής.

Επίσης δεν χαρακτηρίζεται μόνο από τους βαθμούς του, αλλά και σε μοίρες. Ο οφθαλμίατρος οφείλει να μετρά σωστά και να συνταγογραφεί με ακρίβεια, ιδιαίτερα σε μεγάλους αστιγματισμούς.

Ποιες άλλες παιδιατρικές παθήσεις εξετάζει η οφθαλμολογία;

Υπάρχουν πολλές και διαφορετικές παθήσεις των οφθαλμών που δύναται να αντιμετωπίσει ένας οφθαλμίατρος και που αφορούν παιδικές ηλικίες. Ενδεικτικά αναφέρονται οι εξής:

  • Συγγενής καταρράκτης

  • Συγγενές γλαύκωμα

  • Ρετινοβλάστωμα

  • Στραβισμός

  • Αμβλυωπία

  • Βλεφαρόπτωση

  • Αιμαγγειώματα 

  • Εκτοπία του φακού

  • Δερμοειδείς κύστεις 

Συνοπτικά

Οι γονείς μπορούν να συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στην προστασία της όρασης των παιδιών τους. Θα πρέπει να κάνουν τους απαιτούμενους οφθαλμολογικούς ελέγχους στα παιδία τους με συνέπεια όπως συστήνεται από τους ειδικούς ιατρούς. Επίσης, εάν οι γονείς πάσχουν από κάποια οφθαλμολογική πάθηση, θα πρέπει να την αναφέρουν εγκαίρως στον οφθαλμίατρο του παιδιού τους, καθώς πολλές απ’ αυτές είναι κληρονομικές. Έτσι, με την σωστή και έγκαιρη διάγνωση τυχόν ανωμαλιών στην όραση και με την σωστή καθοδήγηση να επέλθουν τα καλύτερα αποτελέσματα στην όραση των παιδιών.